«Κάτι έχει το παιδί μας, αλλά δεν καταλαβαίνω τί είναι…», « Τελευταία παρατηρώ ότι δεν συμπεριφέρεται όπως τα άλλα παιδιά της ηλικίας του…», «Νομίζω ότι το παιδί έχει κάποια δυσκολία, αλλά δεν ξέρω που να απευθυνθώ…»
Πόσοι γονείς έχουν έρθει αντιμέτωποι με τα παραπάνω ερωτήματα; Πόσες περιπτώσεις παιδιών, εμφανίζουν ποικίλες δυσκολίες σε μικρή ηλικία, αλλά δεν υπάρχει η κατάλληλη διάγνωση; Καθώς το παιδί μεγαλώνει και συμπληρώνει το ενάμιση έτος με δύο έτη της ζωή του, υπάρχει περίπτωση σε κάποιες περιπτώσεις, οι γονείς να παρατηρήσουν σημάδια, τα οποία να υποδηλώνουν ότι η ανάπτυξη του παιδιού τους, δεν είναι φυσιολογική, ή να έχουν ανησυχίες σχετικά με τις αντιδράσεις του, τις κινήσεις του και την ανταπόκρισή του στα διάφορα ερεθίσματα του περιβάλλοντος.
Στην ηλικία των 2 ετών τα παιδιά συνήθως, έχουν ξεκινήσει να έχουν καλή βλεμματική επαφή, να λένε τις πρώτες τους λέξεις και να αντιδρούν στα διάφορα ερεθίσματα. Επίσης παίζουν με τα διάφορα παιχνίδια τους και αρχίζουν σιγά-σιγά να εμπλέκονται σε κοινωνικές καταστάσεις, στο ελεύθερο παιχνίδι, αλλά και να έχουν αλληλεπίδραση με τους συνομηλίκους τους, αλλά και με τους ενήλικες.
Αν ένα παιδί εμφανίζει δυσκολία σε κάποιο από τα παραπάνω χαρακτηριστικά, αρχικά δεν χρειάζεται πανικός, ούτε και άγχος από την πλευρά των γονιών. Σε κάθε παιδί η ανάπτυξη είναι διαφορετική, αλλά και ο χρόνος στον οποίο εξελίσσεται επίσης διαφέρει από παιδί, σε παιδί. Αν όμως για τον οποιοδήποτε λόγο, οι γονείς έρθουν αντιμέτωποι με κάτι, το οποίο τους προβληματίζει, αρχικά πρέπει να απευθυνθούν στον/στην παιδίατρο, που παρακολουθεί το εκάστοτε παιδί. Ο/η παιδίατρος είναι αυτός που θα αξιολογήσει την αναπτυξιακή εξέλιξη του παιδιού και έπειτα θα παραπέμψει τους γονείς σε παιδίατρο/αναπτυξιολόγο ή σε παιδονευρολόγο, ώστε να εκτιμηθούν περαιτέρω οι δυσκολίες του παιδιού, εάν και εφόσον χρειάζεται και κριθεί απαραίτητο.
Ο παιδίατρος/αναπτυξιολόγος θα εξετάσει το παιδί και θα εκτιμήσει, με βάση συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που εμφανίζει, εάν όντως υπάρχει συγκεκριμένη δυσκολία, όπως π.χ. κάποια αναπτυξιακή διαταραχή ή διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή (φάσμα αυτισμού, νοητική υστέρηση κτλ). Ο παιδονευρολόγος είτε σε συνεργασία με τον αναπτυξιολόγο, είτε μόνος τους μπορεί το εκάστοτε παιδί να το βάλει σε μία σειρά συγκεκριμένων εξετάσεων, προκειμένου να διαπιστωθεί αν όντως οι ανησυχίες των γονιών είναι βάσιμες και αν εντοπίζεται κάποια συγκεκριμένη δυσκολία.
Οι δύο παραπάνω ειδικότητες είναι αυτές που θα καθορίσουν αμέσως μετά, την παρέμβαση που χρειάζεται ένα παιδί, ανάλογα με τα ευρήματα και τις δυσκολίες του παιδιού. Η εργοθεραπεία, η λογοθεραπεία και η παρέμβαση από ψυχολόγο, είναι η «πρώτη γραμμή κρούσης», σε περίπτωση δυσκολιών. Είναι ζωτικής σημασίας, εφόσον υπάρχει πάντα συγκεκριμένη διάγνωση, να ξεκινάει η παρέμβαση το συντομότερο δυνατόν, καθότι τα αποτελέσματα είναι πολύ καλύτερα και κάποιες από τις δυσκολίες του παιδιού, μπορούν κάλλιστα να βελτιωθούν και να αμβλυνθούν στην πορεία.
Ζούμε πλέον σε μία εποχή, όπου η πληροφορία είναι πιο εύκολα διαθέσιμη και η άμεση και έγκαιρη παρέμβαση κρίνεται απαραίτητη με γνώμονα πάντα το συμφέρον των παιδιών και τη βοήθειά τους. Σε κάθε περίπτωση, οι γονείς χρειάζεται να παραμένουν ήρεμοι, αλλά να παρατηρούν και να αναζητούν τις σωστές πληροφορίες και την καθοδήγηση που χρειάζεται, προκειμένου να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά το οποιοδήποτε πρόβλημα εμφανιστεί στο παιδί τους.
Η γνώση είναι δύναμη και η έγκαιρη διάγνωση και παρέμβαση, μπορεί μόνο να βοηθήσει και να εξελίξει ένα παιδί στη μετέπειτά του πορεία.